ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΕΡΒΟΥΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΙΣ

Περιοριστικές πεποιθήσεις ονομάζουμε τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει ένας άνθρωπος και αφορούν είτε τον εαυτό του, τον οποίο προσδιορίζουν ποιοτικά ως ανεπαρκή και ανασφαλή, είτε τη ζωή, την οποία παρουσιάζουν γεμάτη δυσκολίες και κινδύνους.
Όλοι ζούμε τη ζωή μας φέροντας ένα σύστημα πεποιθήσεων το οποίο καθορίζει τις σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας, τις επιλογές μας και την εν γένει πορεία μας στη ζωή.
Εάν αυτό το σύστημα πεποιθήσεων είναι λειτουργικό και έχει θετικό πρόσημο, τότε το άτομο εμφανίζεται λειτουργικό και μπορεί και παίρνει σε κάποιο βαθμό ικανοποίηση από τη ζωή. Όταν το σύστημα πεποιθήσεων είναι αρνητικό, τότε μιλάμε για ένα σύστημα αρνητικών πεποιθήσεων που περιορίζουν τη λειτουργικότητα του ατόμου και τη δυνατότητά του να βιώσει ευχαρίστηση και ικανοποίηση.

Οι περιοριστικές πεποιθήσεις μπορεί να αφορούν άτομα ή καταστάσεις. Ωστόσο, κάθε τέτοια αρνητική δήλωση παγιώνεται και καταλήγει να περιγράφει και να προσδιορίζει το άτομο που την πιστεύει. Για παράδειγμα: "Είμαι δύσκολος/η στις προσωπικές μου σχέσεις", "Δεν αποδίδω υπό πίεση", " Γίνομαι έξαλλος/η όταν...", "Είμαι άτυχος/η", "Με εκμεταλλεύονται οι άλλοι, είμαι θύμα", "Το χρήμα είναι η πηγή όλων των κακών της ανθρωπότητας", "Η ζωή είναι σκληρή και άδικη". Έτσι, το άτομο αρχίζει να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τη ζωή του με τον τρόπο που του υποδεικνύουν οι πεποιθήσεις αυτές.

Οι περιοριστικές πεποιθήσεις διαμορφώνονται συνήθως κατά την παιδική ηλικία, όπου ο παιδικός εγκέφαλος δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως και δεν έχει την ικανότητα να αξιολογεί τις πληροφορίες που παίρνει από το περιβάλλον και από τις καταστάσεις. Έτσι, δέχεται αδιαμφισβήτητα τα συμπεράσματα που βγάζει, αλλά και τους προσδιορισμούς και τις απόψεις που τού επιβάλλει το περιβάλλον (γονείς, δάσκαλοι, αδέλφια, κ.ο.κ.). Μέσα από τις εμπειρίες δημιουργούνται συνάψεις (μονοπάτια) στους νευρώνες του εγκεφάλου. Όσο οι εμπειρίες αυτές επαναλαμβάνονται, οι συνάψεις αυτές ισχυροποιούνται και, με βάση αυτές πια, ερμηνεύεται το εξωτερικό περιβάλλον. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις διαμορφωθείσες συνάψεις, αφορούν όχι μόνο την αυτοεικόνα ("είμαι έτσι, είμαι αλλιώς"), αλλά και την εικόνα που σχηματίζει εν τέλει το άτομο για τις σχέσεις, την επαγγελματική πορεία, την κοινωνία, την οικονομική ευμάρεια, ακόμα και για τη υγεία. Εξάλλου, η ερμηνεία των εμπειριών, προέρχεται από τις συνάψεις που είναι οι πιο ισχυρές. Επιπροσθέτως, στην ενήλικη ζωή, ο εγκέφαλος τείνει να αναζητά τις καταστάσεις που επαληθεύουν τις ήδη διαμορφωθείσες πεποιθήσεις, ώστε να τις ενισχύσει και να διατηρήσει μια αίσθηση ασφάλειας.


Η υπέρβαση γίνεται μέσα από τον εντοπισμό των αρνητικών πεποιθήσεων και την αμφισβήτησή τους. Κάθε φορά που βιώνουμε ένα αρνητικό συναίσθημα, μπορούμε με λίγη προσπάθεια να αναγνωρίσουμε ποια αρνητική πεποίθηση έχει ενεργοποιηθεί.

Ας δώσουμε ένα παράδειγμα κάποιου ο οποίος αγχώνεται όταν πρέπει να εργαστεί για μια καινούργια παρουσίαση στη δουλειά. Το στρες που βιώνει εμπεριέχει την εξής λογική: "Αν δεν τα πάω καλά, αν με κρίνουν άσχημα, αν αποτύχω, σημαίνει ότι δεν αξίζω". Η δουλειά που έχει να κάνει δηλαδή, είναι συνυφασμένη με την αξία του ως άτομο, και η αρνητική πεποίθηση που κρύβεται από πίσω είναι "δεν αξίζω". Φτάνοντας στην αναγνώριση της πεποίθησης έρχεται το επόμενο βήμα, που είναι η αμφισβήτησή της. Διερωτώμενοι "είναι αλήθεια ότι δεν αξίζω;" ξεκινάμε την αμφισβήτηση που μας οδηγεί στην επόμενη ερώτηση: "Πώς με κάνει να αισθάνομαι η πίστη μου σε αυτή τη σκέψη;". Σε αυτό το σημείο μπορούμε να δούμε συνειδητά πια, τα συναισθήματα ή και τις σκέψεις που θα προκύψουν από αυτή την ερώτηση (άγχος, φόβο, σενάρια όπου βλέπουμε τον εαυτό μας να αποτυγχάνει και να ντροπιάζεται). Στην εν επιγνώσει αυτή παρατήρηση των σκέψεων και των συναισθημάτων μας, ανοίγει ένας καινούργιος χώρος. Εκεί κάνουμε την ερώτηση "πώς θα αισθανόμουν εάν δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι δεν αξίζω;". Με αυτήν την ερώτηση, παρατηρούμε ποια καινούργια συναισθήματα εγείρονται. Είναι ανεμελιά; Είναι μια γενικευμένη αίσθηση δυναμικού και ευχάριστων προσδοκιών; Μπορούμε να πάρουμε λίγο χρόνο και να απολαύσουμε τα συναισθήματα που θα έρθουν.

Εδώ αξίζει να επισημάνουμε πως σε αυτό το καθεστώς η ποιότητα της εργασίας μας και η παραγωγικότητά μας αυξάνεται, καθώς δεν χάνουμε ενέργεια από την αυτοαμφισβήτηση και τα αρνητικά συναισθήματα.

Με βάση αυτό το παράδειγμα, η συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο για την αναγνώριση και την αμφισβήτηση οποιασδήποτε πεποίθησης. Με επανάληψη, η διαδικασία γίνεται όλο και πιο γρήγορα, καθότι εξοικειωνόμαστε και οι νέες συνάψεις που δημιουργούνται στον εγκέφαλό μας ισχυροποιούνται. Φτάνουμε στο σημείο όπου οι περιοριστικές μας πεποιθήσεις εξασθενούν, επαναπροσδιορίζεται η σχέση μας με τον εαυτό μας, με τους άλλους και τη ζωή μας συνολικά.

Ηρώ Παπαδοπούλου